Το παρασκήνιο της αποχώρησης του Λ. Παπακωνσταντίνου από την Εθνική
ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΛΥΔΑΠΑΝΟ ΝΤΙΛ ΕΞΑΓΟΡΑΣ ΤΗΣ Ρ&Κ ΕΩΣ ΤΗΝ ΕΠΙΚΕΙΜΕΝΗ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ
Του ΧΡ. ΙΩΑΝΝΟΥ
ioannou@enet.gr Η ΕΠΙΚΕΙΜΕΝΗ αποχώρηση του Λάμπρου Παπακωνσταντίνου, υψηλόβαθμου στελέχους, από τον όμιλο της Εθνικής Τράπεζας δεν έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία στον κλάδο των επενδυτικών υπηρεσιών.
Ο Λάμπρος Παπακωνσταντίνου (δεξιά) με τον συνιδρυτή της Ρ&Κ Χρηματιστηριακής, Αχ. Κοντογούρη, που διατηρεί τη θέση του στην Εθνική.
Είχε αφαιρεθεί από το λογότυπο της Εθνικής-Ρ&Κ Χρηματιστηριακής το Ρ&Κ, που συμβόλιζε τα αρχικά των επιχειρηματιών, Λ. Παπακωνσταντίνου και Αχ. Κοντογούρη, των ιδρυτών της Ρ&Κ Χρηματιστηριακής που ανέλαβαν υψηλόβαθμες θέσεις στον όμιλο της Εθνικής Τράπεζας, όταν η τελευταία εξαγόρασε την εταιρεία τους το 2006, προκαλώντας μέχρι και πολιτικό θόρυβο από την τότε αντιπολίτευση του ΠΑΣΟΚ για το τίμημα και το σκοπό της εξαγοράς.
Τώρα, η επιβεβαίωση της αποχώρησης σφράγισε άδοξα το τέλος ενός πολυδάπανου deal. Ηταν μια συμφωνία εξαγοράς που έγινε από τον Τάκη Αράπογλου επί Νέας Δημοκρατίας και τον Λάμπρο Παπακωνσταντίνου (πρώην στέλεχος της ΟΝΝΕΔ) που έκανε αίσθηση στην αγορά.
Αποδείχθηκε πως ήταν εξαιρετική συμφωνία κυρίως όμως για τους πωλητές, οι οποίοι εισέπραξαν το ποσό των 48,9 εκατομμυρίων ευρώ, δίχως να γίνει ο στόχος της εξαγοράς πράξη όπως είχε οριοθετηθεί με δημόσια ανακοίνωση προς το χρηματιστήριο στις 14.7.2006 και που ήταν «η δημιουργία της μεγαλύτερης εταιρείας παροχής ολοκληρωμένων επενδυτικών υπηρεσιών στη νοτιοανατολική Ευρώπη». Πώς όμως φθάσαμε στο διαζύγιο;
Ο Λάμπρος Παπακωνσταντίνου έγινε υπεύθυνος για τις χρηματιστηριακές εργασίες του ομίλου της Εθνικής Τράπεζας μετά το deal. Ομως είδε το μερίδιο αγοράς των δραστηριοτήτων να πέφτει στο μισό.
Με άλλα λόγια, ανέλαβε δύο εταιρείες με συνολικό μερίδιο στις χρηματιστηριακές συναλλαγές 23,6% (α' εξάμηνο 2006) και παρέδωσε (παραδίδει για την ακρίβεια τον ερχόμενο Δεκέμβριο) με 12,6% (περίοδος Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2010), όσο σχεδόν είχε μόνη της η Εθνική Χρηματιστηριακή 12,73% το 2006 πριν απ' την εξαγορά της Π&Κ.
Σίγουρα οι συνθήκες άλλαξαν στο χρηματιστήριο, καθώς κομμάτι της πίτας των χρηματιστηριακών συναλλαγών απέσπασαν ξένοι παίκτες, που έγιναν απευθείας μέλη του Χ.Α. Ομως η απώλεια παραμένει μεγάλη εάν γίνει σύγκριση με το βασικότερο ανταγωνιστή, την Eurobank. Η τελευταία ήταν η μεγαλύτερη του κλάδου με μερίδιο αγοράς 17,6% το 2006, ενώ παραμένει μέχρι σήμερα πρώτη με μερίδιο αγοράς 14,05%. Στην πράξη, δηλαδή, δεν έγινε πρώτη εταιρεία ούτε στο ελληνικό χρηματιστήριο.
Ο ίδιος ο Λάμπρος Παπακωνσταντίνου είχε παραδεχθεί στον γράφοντα ότι δεν ενδιαφερόταν τόσο για το μερίδιο αγοράς, αλλά για την κερδοφορία των δραστηριοτήτων. Ομως δεν έκοψε μόνο μη αποδοτικές δραστηριότητες αλλά προχώρησε και σε απολύσεις στελεχών, προκειμένου να παρουσιάζει κέρδη. Ελάχιστα στελέχη που αναδείχθηκαν στην Ρ&Κ έμειναν στην εταιρεία. Και όσα δεν απολύθηκαν, παραιτήθηκαν γιατί χάθηκε η χημεία που ένωνε τις δυνάμεις τους.
Ούτε ο ίδιος ο Λάμπρος Παπακωνσταντίνου είχε τις καλύτερες των σχέσεων με τους ανθρώπους της Εθνικής Τράπεζας, με εξαίρεση τον διευθύνοντα σύμβουλο Απόστολο Ταμβακάκη (τοποθετήθηκε από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ), με τον οποίο γνωρίζονται από την εποχή που ήταν και οι δύο στην ΑΒΝ Amro.
Στελέχη της ΕΤΕ λένε ότι υπήρχε δυσκολία στην επικοινωνία με τους ομολόγους γενικούς διευθυντές, τον Αλ. Τουρκολιά (επενδυτική τραπεζική) και τον Παύλο Στελλάκη της NGBI (ο επενδυτικός βραχίονας της Εθνικής στο Λονδίνο).
Πρώην στενοί συνεργάτες του τον κατηγορούν για ατομικισμό, ότι επηρεάστηκε από την επιτυχία και χάραξε προσωπική πολιτική στην εταιρεία. Κατατάσσουν τον πρώην ιδρυτή της Ρ&Κ μεταξύ των ανθρώπων που τους αρέσει η μεγάλη ζωή, οι βόλτες με πολυτελή σκάφη και ακριβά αυτοκίνητα. Λένε ότι όταν πούλησε το μερίδιο της Ρ&Κ στην Εθνική έσπευσε να αγοράσει μία καινούρια Aston Martin και πολυτελές σκάφος μάρκας Ferretti. Ισως δεν είναι σύμπτωση ότι έκανε στενή παρέα με τον Γιώργο Βουλγαράκη, ο οποίος είχε ανάλογα ενδιαφέροντα.
Μια πτυχή που δεν είναι γνωστή είναι ότι η Ρ&Κ Χρηματιστηριακή αποτελούσε πωλητή δομημένων τραπεζικών ομολόγων. Είχε διαθέσει, πολλά τραπεζικά ομόλογα (κυρίως της Εθνικής) σε πελάτες αλλά και στο προσωπικό με υψηλές προμήθειες, τα οποία στη συνέχεια έχασαν την αξία τους, δημιουργώντας θέμα και στο εσωτερικό της τράπεζας.