http://www.capital.gr/News.asp?id=1952755Έτοιμος ο Mario Draghi να.. πάρει το όπλο του
Η αυριανή συνέντευξη Τύπου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αποκτά ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον, μετά τα χθεσινά δημοσιεύματα που θέλουν τον Mario Draghi να ζητά τη συναίνεση της γερμανικής Bundesbank για να ενισχύσει την ανάκαμψη και να θέσει σε λειτουργία μηχανισμούς που θα μπορούσαν να φέρουν πιο κοντά στην πραγματική οικονομία, την όποια πλεονάζουσα ρευστότητα διαθέτουν οι τράπεζες της Ευρωζώνης.
Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι βρίσκονται σε ένα πολύ κρίσιμο σταυροδρόμι. Από τη μία πλευρά θέλουν να πείσουν τις αγορές ότι η κρίση πλησιάζει στο τέλος της και από την άλλη πρέπει να αντιμετωπίσουν το “φάντασμα” του καταρρέοντος πληθωρισμού, της πιστωτικής “στασιμότητας” και της αυξανόμενης ανεργίας.
Γιατί όσο ο πληθωρισμός ξεφεύγει από το στόχο της ΕΚΤ (0,7% τον Ιανουάριο έναντι στόχου 2%), οι τράπεζες δεν παράγουν δάνεια και η ανεργία καλπάζει σε ιστορικά ρεκόρ (12% στην Ευρωζώνη), κανείς δεν μπορεί να μιλάει για ανάπτυξη και ευημερία. Και σε αυτό το πλαίσιο, ο Draghi μάλλον βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο, όσον αφορά τα όπλα που έχει ή μάλλον τα όπλα που μπορεί να χρησιμοποιήσει χωρίς το «πράσινο φως» του Βερολίνου.
Η ΕΚΤ αγόραζε… μετά μανίας κρατικά ομόλογα της περιφέρειας (ελληνικά, ισπανικά κ.ά.) κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους μέσω του προγράμματος αγοράς ομολόγων (SMP) και σήμερα εκτιμάται ότι κατέχει ακόμη 170 δισ. ευρώ, παρά το γεγονός ότι το πρόγραμμα έχει τερματιστεί από το Σεπτέμβριο του 2012.
Για να αποκρούσει την απειλή του πληθωρισμού, η κεντρική τράπεζα «απορροφά» τη ρευστότητα σε εβδομαδιαία βάση, σε μία πρακτική που ονομάζεται «αποστείρωση» της αγοράς. Δηλαδή η κεντρική τράπεζα προσφέρει καταθέσεις συγκεκριμένου επιτοκίου για να «παρκάρουν» οι τράπεζες την πλεονάζουσα ρευστότητα που έχει δημιουργηθεί και σε κάθε πράξη θέτει ένα στόχο. Όμως από τον περασμένο Νοέμβριο οι τράπεζες δεν συμμετέχουν… επαρκώς και έτσι η ΕΚΤ δεν καλύπτει τον στόχο «απορρόφησης» της ρευστότητας. Την ίδια ώρα, οι ευρωπαϊκές τράπεζες αποπληρώνουν κρατικά κεφάλαια και LTROs, θέλοντας να εμφανίσουν καλύτερη εικόνα στα επερχόμενα stress tests.
Κατά συνέπεια, η πλεονάζουσα ρευστότητα των ευρωπαϊκών τραπεζών – ήτοι το ποσό που περισσεύει από τις καθημερινές τους δραστηριότητες - εκτιμάται ότι υποχωρεί κοντά στα 140 δισ. ευρώ, έναντι 800 δισ. ευρώ, που διαμορφωνόταν πρόπερσι, όταν η ΕΚΤ διέθεσε τα χαμηλότοκα τριετή δάνεια LTROs. Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα να αυξάνονται τα επιτόκια του διατραπεζικού δανεισμού καθώς στενεύουν οι συνθήκες ρευστότητας. Και πριν από ένα μήνα ο Ντράγκι είχε προειδοποιήσει ότι θα αναλάβει δράση αν τα επιτόκια στη διατραπεζική αυξηθούν σε ανησυχητικό βαθμό. Αυτό που δεν είχε πει είναι ότι πρώτα… θα ρωτήσει τους Γερμανούς.
Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν ότι το κάλεσμα του Draghi προς τη γερμανική κεντρική τράπεζα έχει στην ουσία τυπικό χαρακτήρα –για να μην του πουν ότι… δεν ρώτησε- ωστόσο αν προχωρήσει σε αυτή την κίνηση, με στόχο να διπλασιάσει την πλεονάζουσα ρευστότητα στο σύστημα, θα ωθήσει τις τράπεζες που διαθέτουν αυτήν τη ρευστότητα – κυρίως οι τράπεζες του πυρήνα της Ευρωζώνης – είτε να δώσουν περισσότερα δάνεια, είτε να «ανοίξουν» τη διατραπεζική αγορά.
Απώτερος σκοπός να πέσει «ζεστό» χρήμα στην πραγματική οικονομία. Σε αυτό το σημείο πρέπει να διευκρινιστεί ότι μία τέτοια απόφαση δεν θα είχε καμία άμεση επίπτωση για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες βρίσκονται σε «ειδικό καθεστώς» άντλησης ρευστότητας. Εμμέσως, βέβαια, οι επιπτώσεις μόνο θετικές μπορεί να είναι, όχι μόνο για την ελληνική αγορά, αλλά για το σύνολο της Ευρωζώνης.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Το Μάιο του 2010 η ΕΚΤ αποφάσισε να θέσει σε εφαρμογή το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων Securities Markets Programme (SMP) με σκοπό να αντιμετωπίσει τις εντάσεις σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας που εμπόδιζαν το “μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής”, όπως ήταν η επίσημη εκδοχή. Με άλλα λόγια η ΕΚΤ βρήκε μία εναλλακτική για να τυπώσει χρήμα και να ρίξει ρευστό στην αγορά, αφού η μείωση των επιτοκίων δεν είχε άμεσο αποτέλεσμα.
Το SMP σχεδιάστηκε να έχει ουδέτερο αντίκτυπο στη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, ενώ στόχευε στην «αποκατάσταση της λειτουργίας» των προβληματικών αγορών κρατικών ομολόγων σε συγκεκριμένες χώρες της Ευρωζώνης.
Βάσει του SMP, όταν άλλες πολιτικές δεν είχαν τα επιθυμητά αποτελέσματα, τότε η ΕΚΤ είχε τη δυνατότητα να παρέμβει, αγοράζοντας από τη δευτερογενή αγορά τους ίδιους τίτλους που δέχεται και ως ενέχυρο για τις τακτικές πράξεις αναχρηματοδότησης. Δηλαδή θα αγόραζε για παράδειγμα κρατικά ομόλογα που είχαν στα χέρια τους οι τράπεζες, σε τιμές αγοράς. Η τελευταία πράξη της ΕΚΤ μέσω του SMP πραγματοποιήθηκε το Φεβρουάριο του 2012 και το πρόγραμμα τερματίστηκε το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους.
Το SMP ήταν ένα από τα μεγαλύτερα και πιο αμφιλεγόμενα προγράμματα αγοράς κρατικών ομολόγων που εφαρμόστηκαν ποτέ από κεντρική τράπεζα. Αποτέλεσε επίσης προάγγελο του μεγάλου “όπλου” του Mario Draghi, του OMT, με το οποίο ο Ιταλός τραπεζίτης “προειδοποίησε” τις αγορές ότι θα ανοίξει για όσο χρειαστεί τις κάνουλες της ρευστότητας, οδηγώντας σε αποκλιμάκωση τα επιτόκια των κρατικών τίτλων της περιφέρειας στο γ΄ τρίμηνο του 2012.
Η ΕΚΤ αποκάλυψε το περιεχόμενο του χαρτοφυλακίου ομολόγων που είχε χτίσει μέσω του SMP τον περασμένο Φεβρουάριο, εμφανίζοντας 99 δισ. ευρώ ιταλικών ομολόγων, 44 δισ. ευρώ ισπανικών, 31 δισ. ευρώ ελληνικών, 22 δισ. ευρώ πορτογαλικών και 14 δισ. ευρώ ιρλανδικών τίτλων στο τέλος του 2012.
Για να μην κινδυνεύσει όμως από μία απότομη αύξηση του πληθωρισμού η ΕΚΤ προχωρά ανά τακτά χρονικά διαστήματα σε κινήσεις «αποστείρωσης». Αν η ΕΚΤ σταματήσει να απορροφά την πλεονάζουσα ρευστότητα τότε αυτή θα παραμείνει στο σύστημα ευελπιστώντας να φτάσει σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις και επενδυτικά project.
Πηγή:www.capital.gr