Ευτυχώς που υπάρχουν και τα λεξικά και μπορεί ο κόσμος να ανατρέξει για να καταλάβει τι σημαίνει η κάθε λέξη. Βέβαια ετυμολογικά υστερούν αλλά δε βαριέσαι...εμείς να είμαστε καλά.
XANODOS έγραψε:
Ετυμολογία: κουμαρτζής < τουρκική kumarcı
Ουσιαστικό: κουμαρτζής αρσενικό ο χαρτοπαίχτης
αδικαιολόγητος fufute...
με τοση ιστορία, με τοση φιλοσοφία... να καταφευγεις σε μογγολικές διαλέκτους... αδικαιολόγητος .&-
Πάντως από ότι έχω καταλάβει, όποιος μπλέκει με τα χρηματηστηριακά, ουσιαστικά με χαρτιά παίζει. Και μάλιστα ο όρος "χαρτιά" χρησιμοποιείται συχνά όταν κάποιος θέλει να μιλήσει για κάποια μετοχή. Δε βλέπω λοιπόν για ποιόν ακριβώς λόγο κάποιος κουμαρτζής θέλει να αρνηθεί την χαρτοπαικτική του ιδιότητα. Δηλαδή αυτή του κουμαρτζή.
Πάντως κουμαρτζής ξεκουμαρτζής εγώ τα κέρδη τα εύχομαι εκ βάθους καρδίας. Βέβαια στο κουμάρ, κερδίζει πάντα η μπάνκα και μερικοί τυχεροί.
Υ.Γ. Όποιος δεν ξέρει τι είναι η μπάνκα, μπορεί να απευθυνθεί στη wikipedia. Κι όποιος δεν ξέρει τι είναι η wikipedia μπορεί να απευθυνθεί στη βικιπαίδεια. Και αν δεν έχει υπολογιστή υπάρχει και ο Μπαμπινιώτης. Και αν δε γουστάρει Μπαμπινιώτη έχει πολλά λεξικά στην πιάτσα. Κατά τα άλλα υπάρχω κι εγώ....
Κουμαρτζής
κουμαρτζής ο (ουσιαστικό) [ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ :κου- μαρ (κουμάρι) -τζής, κατά την τουρκ. λ. kumanci = χαρτοπαίχτης]
1. στην κυριολεξία κουμαρτζής εθεωρείτο αυτός που έπαιζε ζάρια. Και επειδή τα ζάρια (προς αποφυγήν δόλιου παιξίματος) ετοποθετούντο μέσα σε κουμάρι, οι παίκτες ονομάζοντο "κουμαρτζήδες"
2. (κατ` επέκτ.) ο επαγγελματίας χαρτοπαίχτης: "η γυναίκα του ανησυχεί γιατί έχει γίνει κουμαρτζής".
Βέβαια υπάρχουν και αυτοί που προτιμούν την ημιμάθεια από το να ξέρουν μια ξένη γλώσσα. Έστω μια ξένη λέξη. Δεν πειράζει. Οι Έλληνες είναι αστέρια, όλοι οι άλλοι είναι μόγγολοι, ούνοι, απολίτιστοι....